- Ακακία
- I
Γένος ελλοβοκάρπων φυτών της οικογένειας των μιμοσιδών. Περιλαμβάνει περίπου 500 είδη, ιθαγενή των τροπικών και υποτροπικών περιοχών, κυρίως της Αφρικής και της Αυστραλίας. Οι α. είναι μέτριου ύψους δέντρα ή θάμνοι, με κλαδιά συνήθως οριζόντια, λίγο ή πολύ λυγισμένα και συχνά αγκαθωτά. Με την εμφάνισή τους δίνουν μια χαρακτηριστική όψη στις σαβάνες, όπου φυτρώνουν σε ομάδες. Τα φύλλα τους, πτεροειδή και σύνθετα, μειώνονται κάποτε σε φυλλώδια, δηλαδή πράσινους μίσχους με φυλλοειδή διαπλάτυνση. Τα άνθη τους, πολύ μικρά, σχηματίζουν αρκετά εντυπωσιακές ταξιανθίες. Στο γένος α. ανήκουν τα είδη που γενικά ονομάζονται μιμόζες ή γαζίες, τα οποία έχουν άνθη κατά στάχεις ή κατά σφαιρικά κεφάλια κίτρινα. Ένα από τα γνωστότερα είδη, διαδεδομένο στις ακτές της Μεσογείου, είναι η α. η φαρνέσιος, η γνωστή γαζία. Άλλα είδη δίνουν, όταν χαραχτεί ο φλοιός τους, το γνωστό αραβικό κόμμι και άλλες βαφικές και δεψικές ύλες, καθώς και άριστη ξυλεία. Η γνωστή α. με τα άσπρα εύοσμα άνθη λέγεται ροβινίαψευδακακία.Εκτός από τη γαζία, πολύ διαδεδομένες στη χώρα μας είναι η α. η πανόφυλλος, με κίτρινα άνθη την άνοιξη, και η α. η πολύανθος, με κίτρινα άνθη σχεδόν όλο τον χρόνο. Αρκετά διαδεδομένη είναι και η α. η λευκάζουσα,για παραγωγή κομμένων λουλουδιών ή στόλισμα των κήπων.IIΜαντίλι που κρατούσαν οι αυτοκράτορες στο Βυζάντιο κατά τη στέψη τους, τη στιγμή που ο πατριάρχης τους ράντιζε με το άγιο μύρο και τους στεφάνωνε με το στέμμα της αυτοκρατορίας. Μέσα στο μαντίλι υπήρχε χώμα, που συμβόλιζε το φθαρτό και πρόσκαιρο της κοσμικής εξουσίας.
Ένα είδος του γένους ακακία.
* * *η Βοτ.δέντρο υψηλό με φύλλα σύνθετα και παράφυλλα μεταμορφωμένα σε ισχυρά αγκάθια. Τα άνθη τής ακακίας είναι λευκά, μεγάλα και εύοσμα.
Dictionary of Greek. 2013.